-
1 ἐπανατίθημι
A lay upon,ἐπαναθῶ σοι καὶ ξύλον Ar.V. 148
: metaph., shift a burden, PSI4.286.7 (iii/iv A.D.): —[voice] Pass., μείζων δύναμις ἐ. τινί is entrusted to him, Pl.Lg. 926d.II [voice] Med., shift one's position, of patients under operation, Gal.18(2).425.III [voice] Med., bequeath, PLips.29.7 (iii A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπανατίθημι
См. также в других словарях:
επανατίθημι — ἐπανατίθημι (Α) [τίθημι] 1. τοποθετώ κάτι πάνω σε άλλο, επιθέτω («φέρ ἐπαναθῶ σοι καὶ ξύλον», Αριστοφ.) 2. ενεργ. αναθέτω ξανά ή απλώς αναθέτω, επιφορτίζω κάποιον και παθ. με την ίδια σημασία 3. μέσ. (με αιτ. πράγμ. και δοτ. προσ.) κληροδοτώ 4.… … Dictionary of Greek